email: accfin@uowm.gr | Τηλ.: +30 24610 68222, +30 24610 68207

Εγκληματολογική Λογιστική

Εγκληματολογική Λογιστική

Το Εξ Αποστάσεως Μεταπτυχιακό στην Εγκληματολογική Λογιστική είναι κοινό Διαπανεπιστημιακό Μ.Π.Σ μεταξύ του Τμήματος Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας και του Τμήματος Λογιστικής και Χρηματοοικονομικών του Πανεπιστημίου Νεάπολις Πάφου. Οδηγεί σε κοινό Μεταπτυχιακό τίτλο Σπουδών των δύο Ιδρυμάτων Ανώτατης Eκπαίδευσης χωρίς να απαιτείται η διαδικασία αναγνώρισης από τον Δ.Ο.Α.Τ.Α.Π.

Οι φοιτητές και απόφοιτοι του κοινού προγράμματος στην Εγκληματολογική Λογιστική έχουν τη δυνατότητα υποβολής αίτησης και λήψης της πιστοποίησης CICA (Certified Internal Control Auditor) από το Διεθνές Ινστιτούτο Συστημάτων Εσωτερικού Ελέγχου (Institute of Internal Controls – IIC – www.theiic.org) μέσω του Ελληνικού παραρτήματος ΕΛΙΝΕΣΕΕ.

Το πρόγραμμα σπουδών, αποτελείται από δύο βασικούς πυλώνες οι οποίοι είναι αλληλένδετοι μεταξύ τους: α) την αποτροπή, εντοπισμό και διερεύνηση περιπτώσεων απάτης και β) τον εσωτερικό έλεγχο.

Στις μέρες μας τα φαινόμενα εσωτερικής και εξωτερικής απάτης είναι ένα συχνό φαινόμενο, το οποίο σε πολλές περιπτώσεις έχει εξαιρετικά δυσμενείς συνέπειες για τους οργανισμούς, τους εργαζομένους και την κοινωνία, ενώ αντίθετα με την προκατάληψη που υπάρχει ότι οι απάτες αφορούν σχεδόν εξολοκλήρου τους μεγαλύτερους οργανισμούς η πραγματικότητα είναι αρκετά διαφορετική.

Το Ινστιτούτο των Εσωτερικών Ελεγκτών ορίζει την απάτη ως «οποιαδήποτε παράνομη πράξη η οποία χαρακτηρίζεται από δόλο, απόκρυψη ή εξαπάτηση», ενώ η Ένωση Επαγγελματιών κατά της απάτης, (Association of Certified Fraud Examiners), την ορίζει ως «κάθε εκούσια πράξη ή παράλειψη, σχεδιασμένη να εξαπατήσει το θύμα, η οποία έχει ως αποτέλεσμα, το θύμα να ζημιώνει και να κερδίζει ο διαπράξας την απάτη». Οι απάτες χωρίζονται σε εξωτερικές και εσωτερικές, εκ των οποίων οι εσωτερικές, σύμφωνα με μελέτες αποτελούν την πιο επικίνδυνη κατηγορία. Η Ένωση Επαγγελματιών κατά της απάτης, (Association of Certified Fraud Examiners), ορίζει την ενδοεπιχειρησιακή – εσωτερική απάτη ως «την χρησιμοποίηση της απασχόλησης, για προσωπικό πλουτισμό, μέσω της εσκεμμένης κακοδιαχείρισης των περιουσιακών στοιχείων και των άλλων πόρων του οργανισμού».

Αν και υπάρχουν πολλοί άλλοι ορισμοί η ουσία είναι ίδια. Η ενδοεπιχειρησιακή απάτη επί της ουσίας είναι μία επίθεση εκ των έσω, από τους ανθρώπους τους οποίους ο οργανισμός έχει εμπιστευθεί. Αν και ο ακριβής υπολογισμός της ζημίας είναι εξαιρετικά δύσκολος, καθώς υπάρχουν πολλές απάτες που δεν εντοπίζονται ή δεν αναφέρονται, υπολογίζεται πως οι επιχειρήσεις στις Η.Π.Α. χάνουν το 5% των ετήσιων εσόδων τους λόγω φαινομένων απάτης, ενώ σύμφωνα με μελέτες οι πιο ευάλωτοι οργανισμοί φαίνεται να είναι οι μικροί. Εάν λάβουμε υπόψη ότι οι μικροί οργανισμοί α) αποτελούν την πλειονότητα των εταιριών και β) ότι τα όρια αντοχής τους είναι πολύ μικρότερα σε σχέση με τις μεγάλες εταιρίες, γίνεται εύκολα αντιληπτή η ανάγκη για εγρήγορση στον τομέα της αποτροπής, του εντοπισμού και της διαχείρισης του κινδύνου απάτης.

Ο δεύτερος πυλώνας του μεταπτυχιακού είναι ο εσωτερικός του οποίου η αξία είναι αναγνωρισμένη και σε πολλές περιπτώσεις η σύσταση λειτουργίας εσωτερικού ελέγχου είναι υποχρεωτική. Ενδεικτικά αναφέρονται οι εταιρίες που οι μετοχές τους είναι διαπραγματεύσιμες σε κύριες αγορές, ενώ υπάρχουν πολλές μεγάλες μη εισηγμένες εταιρίες και άλλες οντότητες που κατανοώντας την σημασία του, συστήνουν εθελοντικά μονάδα εσωτερικού ελέγχου.

Σύμφωνα με τον ορισμό του Ινστιτούτου Εσωτερικών Ελεγκτών, «ο εσωτερικός έλεγχος είναι μια ανεξάρτητη και αντικειμενική, διαβεβαιωτική και συμβουλευτική δραστηριότητα, σχεδιασμένη να προσθέτει αξία και να βελτιώνει τις λειτουργίες ενός οργανισμού. Βοηθάει τον οργανισμό να επιτύχει τους αντικειμενικούς σκοπούς του, υιοθετώντας μία συστηματική, επαγγελματική προσέγγιση στην αξιολόγηση και βελτίωση της αποτελεσματικότητας των διαδικασιών διαχείρισης κινδύνων, των συστημάτων εσωτερικού ελέγχου και της εταιρικής διακυβέρνησης».

Το μεταπτυχιακό αυτό έχει σχεδιαστεί για να παρέχει επαγγελματική και πρακτική κατάρτιση σε όσους επιδιώκουν να στελεχώσουν είτε τμήματα εντοπισμού, αποτροπής και διερεύνησης απάτης είτε τμήματα εσωτερικού ελέγχου σε εισηγμένες εταιρίες, σε ελεγκτικές εταιρίες, σε εταιρίες δημοσίου συμφέροντος όπως επίσης και σε άλλες εταιρίες του ιδιωτικού ή του Δημόσιου τομέα.

Το πρόγραμμα έχει σχεδιαστεί με τέτοιο τρόπο ούτως ώστε οι απόφοιτοι αφενός να είναι σε θέση να ανταποκριθούν με επιτυχία στο επάγγελμα του εσωτερικού ελεγκτή το οποίο χαρακτηρίζεται από μία ευρύτητα καθηκόντων και δεξιοτήτων, μεταξύ των οποίων η διαχείριση του κινδύνου απάτης και αφετέρου παρέχεται η εξειδικευμένη γνώση που απαιτεί ο ρόλος του ερευνητή οικονομικών εγκλημάτων.

Ο καινοτόμος σχεδιασμός του προγράμματος προσφέρει στους φοιτητές σύγχρονες γνώσεις στους ανωτέρω τομείς, ενώ ο στόχος του προγράμματος είναι σπουδών είναι να εφοδιάσει τους φοιτητές με τα κατάλληλα προσόντα συνδυάζοντας την θεωρητική γνώση με την πρακτική εφαρμογή για στελεχιακές θέσεις σε οποιαδήποτε χώρα του κόσμου. Η έμφαση στο πρακτικό μέρος του προγράμματος εξηγεί και την ανάγκη για διδάσκοντες οι οποίοι είναι κάτοχοι σχετικών επαγγελματικών προσόντων και έχουν σχετική επαγγελματική τριβή και πείρα στους τομείς του οικονομικού εγκλήματος και του εσωτερικού ελέγχου.

Η μέθοδος διδασκαλίας στο πρόγραμμα είναι συμμετοχική και διαδραστική, έτσι ώστε οι φοιτητές να μπορούν να αναπτύξουν τις διαπροσωπικές τους ικανότητες μέσω της ενεργού συμμετοχής τους στη διαδικασία μάθησης, όπως αυτές που σχετίζονται με τις παρουσιάσεις πραγματικών περιπτώσεων απάτης, του τρόπου εντοπισμού τους και του πως θα μπορούσαν να αποτραπούν. Επιπλέον, συζητήσεις σε πρόσφατα ερευνητικά κείμενα περιλαμβάνουν δραστηριότητες συζήτησης μορφής panel με συντονιστή.

Ο παραπάνω στόχος επιτυγχάνεται μέσω ενός προγράμματος σπουδών υποχρεωτικών μαθημάτων που καλύπτουν α) σχήματα απάτης οικονομικών καταστάσεων, υπεξαίρεση περιουσιακών στοιχείων, διαφθοράς, β) τις μεθόδους αποτροπής, εντοπισμού και διερεύνησης γ) την νομοθεσία που διέπει το επάγγελμα του ερευνητή οικονομικών εγκλημάτων και δ) τον εσωτερικό έλεγχο και μαθημάτων επιλογής όπως την ανάλυση οικονομικών καταστάσεων και την σχετική ευρωπαϊκή νομοθεσία.